Με την εγκύκλιο 2089/2023 της ΑΑΔΕ  διευκρινίζονται θέματα αναφορικά με τη διαδικασία αίτησης, τον τύπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας.

Στην σημαντική αυτή εγκύκλιο , εκτός των άλλων, αναφέρεται:

Αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων με τον όρο της παρακράτησης

Αν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας είναι η είσπραξη χρημάτων, τότε το ποσοστό παρακράτησης επί της είσπραξης βαίνει μειούμενο ανάλογα με το ποσοστό εξόφλησης της ρύθμισης ή των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν υπαχθεί οι οφειλές. Τα ποσοστά παρακράτησης επί του εισπραττόμενου ποσού ορίζονται ως εξής:
α. δέκα τοις εκατό (10%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του εβδομήντα τοις εκατό (70%) της ρυθμισμένης οφειλής,
β. τριάντα τοις εκατό (30%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) έως και εβδομήντα τοις εκατό (70%) της ρυθμισμένης οφειλής,
γ. πενήντα τοις εκατό (50%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του τριάντα τοις εκατό (30%) έως και πενήντα τοις εκατό (50%) της ρυθμισμένης οφειλής,
δ. εβδομήντα τοις εκατό (70%) όταν έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό έως και τριάντα τοις εκατό (30%) της ρυθμισμένης οφειλής.

Τα  ανωτέρω ποσοστά παρακράτησης  προσαυξάνονται ως ακολούθως:
α. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι φυσικό πρόσωπο και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί, σε σχέση με το ποσό του μέσου ετήσιου πραγματικού δηλωθέντος εισοδήματός του της τελευταίας τριετίας, το οποίο μπορεί να διατεθεί για την αποπληρωμή της οφειλής του, είναι μεγαλύτερος του δύο (2) ή το μέσο ετήσιο πραγματικό δηλωθέν εισόδημα της τελευταίας τριετίας, το οποίο μπορεί να διατεθεί για την αποπληρωμή της οφειλής του, είναι αρνητικό. Πρόκειται για το αποτέλεσμα του κλάσματος με αριθμητή το ποσό της οφειλής και παρονομαστή το υπόλοιπο του εισοδήματος προς διάθεση, όπως αυτό προκύπτει μετά την αφαίρεση της μέσης ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης [Πίνακας 5, 1, του εντύπου δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ΦΠ (Ε1)].
β. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί, σε σχέση με το μέσο όρο του ετήσιου καθαρού φορολογητέου εισοδήματός του της τελευταίας τριετίας (κωδ 001 «Φορολογητέα Κέρδη» ή 003 «Ζημία» του εντύπου Ν – «ΔΗΛΩΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ»), είναι μεγαλύτερος του δύο (2) ή ο μέσος όρος του ετήσιου καθαρού φορολογητέου εισοδήματος της τελευταίας τριετίας είναι αρνητικός.
γ. κατά δέκα (10) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας είναι νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα και ο λόγος του ύψους του υπολοίπου της οφειλής που δύναται να παρακρατηθεί προς τον μέσο όρο EBITDA (Εarnings Βefore Ιnterest, Τaxes, Depreciation, and Amortization) των τελευταίων τριών ετών είναι μεγαλύτερος του 2 ή ο μέσος όρος του EBITDA των τελευταίων τριών ετών είναι αρνητικός.
δ. κατά δεκαπέντε (15) ποσοστιαίες μονάδες, εάν ο αιτούμενος την έκδοση ενημερότητας τα δύο τελευταία έτη πριν από την υποβολή της αίτησης υποβάλλει μηδενικές δηλώσεις εισοδήματος και ΦΠΑ.
Στην περίπτωση που ο αιτούμενος το αποδεικτικό εμπίπτει σε παραπάνω από μια από τις παραπάνω κατηγορίες προσαύξησης, λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο ποσοστό προσαύξησης αυτών.

Σε κάθε περίπτωση, τα ως άνω συνολικά ποσοστά παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχούν στην κάλυψη τουλάχιστον δύο (2) δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού, εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις είναι έως και δώδεκα (12). Εάν, ωστόσο, οι εναπομένουσες δόσεις της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων είναι περισσότερες των δώδεκα (12), το ποσοστό παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχεί τουλάχιστον στην κάλυψη τεσσάρων (4) δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης/ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού.